κιρμπάτσι

κιρμπάτσι
το
βλ. κουρμπάτσι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κιρμπατσώνω — [κιρμπάτσι] μαστιγώνω …   Dictionary of Greek

  • κουρμπάτσι — και κιρμπάτσι και κριμπάτσι, το μαστίγιο, βούρδουλας. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. kirbac] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”